O Ακήρυχτος Πόλεμος κατά των Γυναικών στην Ευρώπη
Γυναικοκτονίες και αύξηση της βίας κατά των γυναικών στην Ευρώπη στον καιρό της πανδημίας. Μια διασυνοριακή έρευνα δεδομένων από το MIIR που διεξάγεται για πρώτη φορά στην Ευρώπη.
«Κάθε φορά που συμβαίνει, το ξαναζείς. Είναι τρομερό. Σκέφτομαι πάντα, ‘Αχ αυτή η μάνα, αυτός ο πατέρας, τι έχουν να περάσουν’». Για την Κατερίνα Κώτη, μητέρα της 31χρονης Ντόρας Ζαχαριά που δολοφονήθηκε στη Ρόδο τον Σεπτέμβριο του 2021 από τον πρώην σύντροφό της λίγες μέρες μετά τον χωρισμό τους, κάθε νέα αναγγελία γυναικοκτονίας είναι ένας ακόμη μικρός θάνατος. Η Ντόρα ήταν το 11ο θύμα εκείνη τη χρονιά, σε μία λίστα που έμελλε να μεγαλώσει αρκετά…
Στην καρδιά του περασμένου καλοκαιριού τρεις γυναίκες έχασαν σε λιγότερο από 48 ώρες τη ζωή τους σε διαφορετικές γωνίες της Ελλάδας από τα χέρια των συντρόφων τους. Στις 31 Ιουλίου 2022 άνδρας μαχαίρωσε μέχρι θανάτου τη σύζυγό του στο Ρέθυμνο, όταν εκείνη του ζήτησε να χωρίσουν. Την επόμενη μέρα στη Ζάκυνθο άλλος άνδρας ξυλοκόπησε άγρια τη σύζυγό του και έπειτα τη σκότωσε με μαχαίρι. Λίγες ώρες πριν τη δολοφονία της, η γυναίκα είχε μεταβεί στο οικείο αστυνομικό τμήμα για να καταθέσει για άλλη μια φορά μήνυση σε βάρος του, καθώς την είχε πάλι χτυπήσει. Μερικές μόλις ώρες αργότερα, μία 17χρονη στο Περιστέρι θα γινόταν το νεότερο σε ηλικία θύμα γυναικοκτονίας στη χώρα.
Αυτού του είδους η «επιδημική» συχνότητα δολοφονιών γυναικών από νυν ή πρώην συντρόφους τους αποτελεί την κορύφωση μιας τάσης που φαίνεται ότι μαστίζει εδώ και καιρό την Ελλάδα και φαίνεται πως οξύνθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας. Και όχι μόνο την Ελλάδα – στην Ισπανία κατά την πρώτη εβδομάδα του έτους σημειώθηκαν τέσσερις δολοφονίες γυναικών σε διαφορετικές πόλεις μέσα σε μια μέρα. Παρόμοιες θλιβερές ειδήσεις φτάνουν και από άλλα ευρωπαϊκά κράτη και αναθερμαίνουν ανά τακτά διαστήματα τη συζήτηση γύρω από την ανάγκη αναγνώρισης της γυναικοκτονίας ως ιδιώνυμο έγκλημα. Μέχρι στιγμής μόνο δύο ευρωπαϊκά κράτη, η Κύπρος και η Μάλτα , έχουν τολμήσει να κάνουν αυτό το βήμα.
Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; Σημειώθηκε αύξηση στον αριθμό των γυναικών που δολοφονήθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια από άντρες συντρόφους ή μέλη των οικογενειών τους; Συμβαδίζει η εξέλιξη αυτή με ευρύτερη έξαρση της έμφυλης και δη της ενδοοικογενειακής βίας κατά την περίοδο της πανδημίας; Υπήρξε όντως ένα διευρυμένο μοτίβο γυναικοκτονιών στην Ευρώπη και ποιες χώρες εμφανίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες στον περιορισμό της βίας κατά των γυναικών;
Η cross-border data έρευνα MIIR – EDJNet
Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι εύκολο να βρεθούν, καθώς σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν δημοσιευθεί επίσημα δεδομένα που να αφορούν χρονολογίες μετά το 2018. Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων – EIGE που είναι επιφορτισμένο με τη διεξαγωγή ερευνών και την παρακολούθηση των πολιτικών που αφορούν τη βία κατά των γυναικών, έχει ξεκινήσει από το 2020 σχετική έρευνα, ωστόσο τα αποτελέσματα αυτής δεν αναμένεται να δημοσιευθούν πριν το 2024. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η ΕΕ δεν θα έχει για περίπου μία πενταετία πλήρη εικόνα για ό,τι έχει συντελεστεί σε έναν κρίσιμο τομέα που επηρεάζει τον μισό πληθυσμό της!
Το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR) μαζί με 18 συνολικά ευρωπαϊκούς δημοσιογραφικούς οργανισμούς, μεταξύ των οποίων και οι iMEdD Lab , Deutsche Welle, El Confidencial, Civio, OBCT, κ.ά., στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet) επιχείρησε να αποτυπώσει μέσα από τη συγκέντρωση επικαιροποιημένων στοιχείων, τον πληρέστερο χάρτη της βίας κατά των γυναικών στην Ευρώπη σήμερα. Μέσα από την πρωτογενή αναζήτηση στατιστικών από τις αρμόδιες εθνικές αρχές για τα έτη 2010-2021, το MIIR δημιούργησε μία νέα βάση δεδομένων που παρέχει σημαντικά ευρήματα για την κατεύθυνση της έμφυλης βίας στα ευρωπαϊκά κράτη. Με τη συνδρομή του iMEdD Lab πραγματοποιήθηκε ανάλυση των δεδομένων, εστιάζοντας στα έτη της πανδημίας της Covid-19, και οπτικοποίηση των αποτελεσμάτων που αφορούν σε γυναικοκτονίες σε συνολικά 28 κράτη.
Για τις ανάγκες της συγκέντρωσης όσο το δυνατόν πιο συγκρίσιμων στοιχείων από τις αρμόδιες κρατικές αρχές, αποφασίστηκε πρωτίστως η συλλογή δεδομένων στη βάση των 13 δεικτών του EIGE για την καταγραφή της συντροφικής βίας κατά γυναικών από άνδρες δράστες (Intimate Partner Violence), όπως περιλαμβάνονται στην έκθεση του 2021 για την Ισότητα των Φύλων , που περιλαμβάνει δεδομένα ως το 2018. Ως «συντροφική βία»το EIGE ορίζει κάθε πράξη φυσικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας που σημειώνεται μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων/συντρόφων, ασχέτως του αν κατοικούν στο ίδιο σπίτι. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα αναζήτησαν και συνεισέφεραν επικαιροποιημένα δεδομένα, που ελέγχθηκαν με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του EIGE.
Σε ό,τι αφορά τον ορισμό της «Γυναικοκτονίας» πρέπει να αναφερθεί ότι το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο υιοθετεί τον όρο της «δολοφονίας μιας γυναίκας από έναν σύντροφο και τον θάνατο μιας γυναίκας ως αποτέλεσμα μιας πρακτικής που βλάπτει τις γυναίκες» και κατατάσσει τα εγκλήματα που πληρούν αυτά τα χαρακτηριστικά στον «δείκτη 9» που μετρά τις γυναίκες θύματα γυναικοκτονίας ηλικίας 18 ετών και άνω. Να σημειωθεί ότι καθώς στην Ελλάδα δεν υφίσταται ξεχωριστή διάταξη νόμου για την ποινική δίωξη του εγκλήματος της γυναικοκτονίας, η αποτύπωση της διάστασης του φαινομένου στη χώρα γίνεται μέσω της συγκέντρωσης του συνολικού αριθμού των γυναικών θυμάτων ανθρωποκτονίας με πρόθεση (ά.299 ΠΚ), ενώ η σχέση τους με τον δράστη προκύπτει σε συνδυασμό με τον νόμο για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας (Ν. 3500/2006).
Ως δεύτερη πηγή και εργαλείο άτυπης «επαλήθευσης» των αποτελεσμάτων, χρησιμοποιήθηκαν οι βάσεις δεδομένων της Eurostat που παρέχουν στοιχεία ως το 2020 -και αυτά επικαιροποιήθηκαν από τις δημοσιογραφικές ομάδες- για τις ανθρωποκτονίες με πρόθεση (intentional homicides) -αλλά και για βιασμούς, σεξουαλικές επιθέσεις- όπου ο δράστης είναι σύντροφος ή μέλος οικογένειας, καθώς και data για την ποινική μεταχείριση δραστών.
Στην περίπτωση της Ελλάδας τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν από τη Γενική Γραμματεία Δημογραφικής & Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων (ΓΓΔΟΠΙΦ), η οποία με τη σειρά της άντλησε στοιχεία από την Ελληνική Αστυνομία, καθώς και το υπουργείο Δικαιοσύνης. Μαζί με τη Σλοβενία η Ελλάδα υπήρξε μία από τις λίγες χώρες που παρείχε δεδομένα σε αρκετές κατηγορίες. Ωστόσο η αλήθεια που αυτά κρύβουν είναι μάλλον ζοφερή.
Η μαύρη τρύπα των δεδομένων έμφυλης βίας στην ΕΕ
Μετά την επικαιροποίηση στοιχείων στη βάση της πρώτης πηγής δεδομένων, ο συνολικός αριθμός γυναικοκτονιών από το 2010 ως το 2021 στις 20 χώρες που παρέχουν σχετικά δεδομένα υπολογίζεται σε 3232 – ωστόσο δεν προκύπτουν δεδομένα για οκτώ χώρες (Πολωνία, Βουλγαρία, Δανία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ρουμανία). Εντούτοις, από τον παραπάνω αριθμό προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις υποκαταγραφής από τις αστυνομικές αρχές. Κι αυτό γιατί παράλληλα, τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν 6593 ανθρωποκτονίες γυναικών από πρόθεση στην Ευρώπη μεταξύ 2011-2021, εκ των οποίων 4208 από συντρόφους και 2385 από συγγενείς (δεδομένα για 20 χώρες: Αυστρία, Κροατία, Κύπρος, Τσεχία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα, Ολλανδία, Σερβία, Σλοβακία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία).
Τόσο στην έρευνα που πραγματοποιήσαμε όσο και συνολικά στη διαχείριση της βίας κατά των γυναικών και τη χάραξη πολιτικής, η έλλειψη σύγχρονων δεδομένων αποτελεί σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα. Αναζητώντας επικαιροποιημένα δεδομένα οι ομάδες του EDJNet έπεσαν σύσσωμες πάνω στο σημαντικό κενό στη δημοσίευση πρόσφατων δεδομένων από πλευράς κρατικών φορέων, καθώς και στην ελλιπή συλλογή δεδομένων που να φέρουν κοινά και άρα συγκρίσιμα χαρακτηριστικά. «Δεν δίνεται βαθμολογία στην ΕΕ στον τομέα της βίας λόγω έλλειψης συγκρίσιμων δεδομένων σε όλη την ΕΕ», επισημαίνει το ίδιο το EIGE που αναζητά τρόπους να ξεπεράσει αυτή τη σκόπελο.
Παρά τα εμπόδια, από τα δεδομένα που περιλαμβάνει πλέον η πρωτογενής βάση δεδομένων του MIIR προκύπτουν σημαντικά ευρήματα για την κατεύθυνση της έμφυλης βίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το διάστημα της πανδημίας.
Έκρηξη γυναικοκτονιών στην Ελλάδα
Η δυσκολία στη συγκρισιμότητα οφείλεται σε σημαντικό βαθμό σε διαφορές στη νομοθεσία και τον τρόπο συλλογής δεδομένων μεταξύ των κρατών – για παράδειγμα άλλες χώρες μετρούν θύματα, άλλες περιστατικά εγκλημάτων. Για πιο αξιόπιστα αποτελέσματα, εξαιτίας και των ελλιπών δεδομένων και διαφορετικών μεθόδων καταγραφής των γυναικοκτονιών βάσει του δείκτη της EIGE από χώρα σε χώρα, επιλέχθηκε η σύγκριση όχι των απόλυτων αριθμών, αλλά της ποσοστιαίας μεταβολής γυναικοκτονιών από χρόνο σε χρόνο για τις χώρες που έχουν διαθέσιμα δεδομένα, καθώς και η αναγωγή των στοιχείων σε συγκρίσιμα ποσοστά ανά 100.000 πληθυσμού.
Την υψηλότερη αύξηση στις γυναικοκτονίες συνολικά σημείωσε το 2021 η Ελλάδα με αύξηση 187,5%, από 8 περιστατικά το 2020 σε 23 το 2021. «Άλμα» έκανε και η Σουηδία με αύξηση γυναικοκτονιών 120% το 2018 σε σύγκριση με το 2017, ενώ η Εσθονία και η Σλοβενία σημείωσαν αύξηση 100% το 2015 και το 2020 αντίστοιχα. Συγκρίνοντας τη διετία της πανδημίας με το 2019 προκύπτει ότι σε Ελλάδα, Σλοβενία, Γερμανία και Ιταλία υπήρξε σημαντική αύξηση στις γυναικοκτονίες
Για τις ανάγκες της έρευνας, οι συμμετέχουσες ομάδες συνέλεξαν επίσης στοιχεία από ανεπίσημες πηγές, όπως τα κατά τόπους Παρατηρητήρια για την καταγραφή των γυναικοκτονιών που στην πλειοψηφία τους παρακολουθούν τις εξελίξεις στα μίντια και έχουν στόχο τον έλεγχο της υποκαταγραφής της βίας κατά των γυναικών. Η επιλογή αυτή έγινε ώστε να συγκριθεί ο επίσημος αριθμός γυναικοκτονιών με τον ανεπίσημο αριθμό.
«Δεν διατεινόμαστε ότι κάνουμε ακριβή καταγραφή, προσπαθούμε να καταδείξουμε την αναγκαιότητα των ανοιχτών δεδομένων. Το θέμα της βίας στην πανδημία είναι πολύ σύνθετο και όχι παροδικό. Από το 2019 μέχρι το 2022 με τα δεδομένα που έχουμε, παρατηρούμε μια διάρκεια του φαινομέμου», επισημαίνει η Αθηνά Πεγκλίδου που ίδρυσε το Ελληνικό Τμήμα του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Γυναικοκτονιών. Για το 2020 και το 2021 προκύπτει ότι ο ανεπίσημος αριθμός καταγεγραμμένων γυναικοκτονιών που συνέλεξε το Παρατηρητήριο ήταν υψηλότερος στην Ελλάδα από τον επίσημο αριθμό κατά 2,4 φορές το 2020 και 1,4 φορές το 2021.
Στη Σερβία, ο ανεπίσημος αριθμός γυναικοκτονιών που συγκέντρωσε η ΜΚΟ Αυτόνομο Κέντρο Γυναικών (Autonomous Women’s Centre) ήταν σχεδόν 1,5 φορές υψηλότερος από τον επίσημο αριθμό.
Εξετάζοντας τα στοιχεία της Eurostat για τις ανθρωποκτονίες με πρόθεση γυναικών από άνδρες, συντρόφους ή συγγενείς, επιβεβαιώνεται για την Ελλάδα ανάλογη αύξηση ύψους 156% το 2021 σε σχέση με το 2020. Η ανάλυση δείχνει ακόμη ότι η Σλοβενία είχε 100% αύξηση στο πρώτο έτος της πανδημίας στις ανθρωποκτονίες γυναικών από στενούς συντρόφους και συγγενείς σε σύγκριση με το 2019. Η Κροατία, η Αυστρία και η Ουγγαρία ακολούθησαν με αύξηση 55,6%, 28,6% και 26,1% αντίστοιχα.
Η Κριστίνα Φάμπρε Ροσέλ είναι επικεφαλής του Τμήματος Έμφυλης Βίας στο EIGE και εξηγεί ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown της πανδημίας παρατηρήθηκε μια σχετική μείωση των περιστατικών γυναικοκτονιών, ωστόσο ο κίνδυνος παραμόνευε: «Οι γυναίκες δεν κινδύνευαν σε εκείνο το στάδιο το ίδιο, γιατί ήταν διαρκώς με τον δράστη κι εκείνος ένιωθε πιο σίγουρος. Όλη η δύναμη και ο έλεγχος ήταν στα χέρια του. Η γυναίκα δεν είχε πού να πάει, δεν είχε έξοδο. Έτσι αυξήθηκε η ενδοοικογενειακή βία, αλλά όχι η πιο σοβαρή μορφή της. Για εμάς αυτό που ήταν πιο ανησυχητικό τότε, ήταν τα μέτρα που θα ακολουθούσαν μετά την καραντίνα. Πώς θα προστατεύαμε όλες αυτές τις γυναίκες που ξέφυγαν από τους θύτες τους. Ο φόβος μας ήταν ότι η πιο σοβαρή μορφή βίας, η γυναικοκτονία, θα μπορούσε να αυξηθεί μετά την απελευθέρωση των μέτρων lockdown. Αυτό συνέβη σε κάποια κράτη-μέλη. Αλλά προς το παρόν δεν μπορούμε να διακρίνουμε εάν αποτελεί ένα κοινό μοτίβο που επικράτησε σε όλα τα κράτη της ΕΕ και σε τι βαθμό μπορει να αποτελεί αποτέλεσμα αυτών των μέτρων. Δεν έχουμε αποδείξεις. Αλλά ελπίζουμε ότι με αυτή τη συλλογή δεδομένων για γυναικοκτονίες από οικείους συντρόφους κατά το πέρασμα των χρόνων, ίσως να είμαστε σε θέση να χτίσουμε τις αποδείξεις».
Όπως δείχνουν τα στοιχεία της έρευνας δεδομένων, αυτό συνέβη το 2021 σε αρκετές χώρες, και κυρίως στην Ελλάδα.
Έξαρση της βίας κατά γυναικών
Τα λεγόμενά της επικεφαλής του Τμήματος Έμφυλης Βίας επιβεβαιώνονται και από την ανάλυση άλλων δεικτών του EIGE σχετικά με τη σωματική, ψυχολογική, οικονομική και σεξουαλική βία. Τα στοιχεία που παρατίθενται στο παρακάτω γράφημα δείχνουν τη διακύμανση που είχε τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των θυμάτων κάθε είδους.
Στην Ελλάδα η περίοδος της πανδημίας χαρακτηρίστηκε από την τρομακτική αύξηση κατά 110,2% στα θύματα σωματικής βίας το 2020 και 90,4% το 2021. Συγκεκριμένα το 2020 είχαν καταγραφεί 3609 θύματα περιστατικά άσκησης σωματικής βίας, ενώ το 2021 έφτασαν τα 6873, ενώ τα θύματα σεξουαλικής βίας από 69 σε 141
Την ίδια στιγμή, η διευρυμένη παρουσία στο Ίντερνετ και η αύξηση της διαδικτυακής βίας συντέλεσε στο να υπάρξει αύξηση στα θύματα ψυχολογικής βίας κατά 84,1% και να φτάσει τα 2906 το 2020, αλλά και να αυξηθεί πάλι κατά 104,6% και να φτάσει τα 5350 θύματα το 2021. «Πιστεύω ότι έχουμε αρχίσει τώρα πια να αντιλαμβανόμαστε την ψυχολογική βία, οι άνθρωποι συνειδητοποιούν τί είναι η ψυχολογική απειλή και τον αντίκτυπο που αυτή έχει. Αυτό πιστεύω βρίσκεται πίσω από την τάση που βλέπουμε. Όλο και περισσότερο τα θύματα αντιλαμβάνονται ότι, ‘αυτό είναι απαράδεκτο, είναι ένα αδίκημα, είναι βία», τονίζει η επικεφαλής του Τμήματος Έμφυλης Βίας στο EIGE.
Σύμφωνα με το EIGE , τουλάχιστον το 44% των γυναικών στην Ευρώπη έχει υποστεί ψυχολογική βία κάποια στιγμή από ένα σύντροφο. Ωστόσο φαίνεται πως υπάρχουν περιπτώσεις κρατών που μπόρεσαν να βάλουν φρένο στην εξάπλωσή της, όπως η Σερβία και η Γερμανία στις οποίες η αύξηση περιορίστηκε τον πρώτο χρόνο της πανδημίας στο 3,4% και 1,5% αντίστοιχα.
Υπάρχουν περιορισμένες αναφορές για την άσκηση οικονομικής βίας κατά γυναικών (πρόκειται για τον ασφυκτικό οικονομικό έλεγχο ή την οικονομική αφαίμαξη που μπορεί ένας άνδρας να ασκήσει προς τη νυν/πρώην σύντροφό του), αλλά στις δέκα χώρες που την αναφέρουν, υπήρξε αύξηση σε έξι και μείωση σε τέσσερις από το 2015 έως το 2018. Η Φινλανδία είχε την υψηλότερη μέση αύξηση με 33,4%, ακολουθούμενη από την Τσεχία με 26,6%, τη Γερμανία με 12,2%, την Αυστρία με 8,4%, την Ισπανία στο 6,0% και τη Λετονία στο 4,6%. Από την άλλη πλευρά, το Βέλγιο σημείωσε μέση μείωση -0,1%, η Μάλτα μείωση -2,7%, η Σλοβακία μείωση -12,1% και η Σερβία μείωση -18,1%.
Στον δείκτη της σεξουαλικής βίας η Ελλάδα, η Σερβία και η Σλοβενία παρουσίασαν σημαντικές αυξήσεις τα έτη της πανδημίας. Συγκεκριμένα η σεξουαλική βία στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 115,6% το 2020 και 104,3% το 2021. Στη Σερβία αυξήθηκε κατά 76,0% το 2021, μετά από μείωση -52,6% το 2020, ενώ στη Σλοβενία αυξήθηκε κατά 64,3% το 2020 και 17,4% το 2021. Η Γερμανία σημείωσε αύξηση 8,0% το 2020, ενώ και η Ουγγαρία σημείωσε αύξηση 20,8% το 2020, αλλά μεταβολή -6,3% το 2021.
Βάσει των στοιχείων της Eurostat, το 2020 η Ουγγαρία και η Ελλάδα κατέγραψαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις στους αναφερόμενους βιασμούς γυναικών, με 41,2% και 36,5%, αντίστοιχα, με τη Ρουμανία και τη Σλοβενία να ακολουθούν. Συνολικά τα πρωτεία κατέχει η Σουηδία με 135 θύματα βιασμού και 197 θύματα σεξουαλικής επίθεσης ανά 100.000 γυναικείο πληθυσμό μεταξύ 2015 και 2020 (σημειώνεται ότι στη Σουηδία ο ορισμός του βιασμού διευρύνθηκε το 2013 και έπειτα ξανά το 2018, γεγονός που μπορεί να επηρεάζει τα αριθμητικά στοιχεία). Η Γαλλία, η Φιλανδία και η Δανία ακολουθούν με 47, 41 και 54 θύματα ανά 100.000 γυναικείο πληθυσμό, αντίστοιχα. Ως προς τις σεξουαλικές επιθέσεις, η Γαλλία, η Δανία, η Γερμανία και η Φινλανδία έχουν τα υψηλότερα ποσοστά.
Η ολιγωρία των διωκτικών αρχών που κοστίζει ζωές
Η Κωνσταντίνα Τσάπα στις 5 Απριλίου 2021 δολοφονήθηκε με μαχαίρι από τον εν διαστάσει σύζυγό της στο χωριό Μακρινίτσα του Πηλίου κοντά στον Βόλο. Την ημέρα εκείνη, μέσα στο σπίτι των γονιών της, ο δράστης δολοφόνησε επίσης τον αδελφό της Γιώργο Τσάπα. Τέσσερις μέρες νωρίτερα ο δολοφόνος είχε επιτεθεί βίαια στο ίδιο σπίτι ξανά στη μητέρα του ανήλικου παιδιού του και τους γονείς της.
Ανάλογα άγρια περιστατικά είχαν επαναληφθεί αρκετές φορές από τον ίδιο δράστη, ωστόσο παρά τις εκκλήσεις στην αστυνομία, τις μηνύσεις και το αίτημα για ασφαλιστικά μέτρα, ο δράστης δεν είχε περάσει ούτε ένα βράδυ στο κρατητήριο.
«Στον καβγά τότε στη Μακρινίτσα πριν από τη δολοφονία, είχε έρθει στο σπίτι και μας χτύπησε και τους τρεις, εμένα, τη γυναίκα μου και τη συγχωρεμένη την κόρη μου. Τότε τον πήρε η αστυνομία, τον πήγαν μέσα, τον κράτησαν κάνα δίωρο, τρίωρο. Τον άφησαν, όμως, και μου λέγανε ‘δεν μπορούμε να τον κρατήσουμε άλλο’», περιγράφει συντετριμμένος στο MIIR ο Απόστολος Τσάπας, που είδε τα δύο του παιδιά να δολοφονούνται μπροστά στα μάτια του.
«Οι αστυνομικές δυνάμεις είχαν ανεκτική στάση απέναντι στον δράστη», λέει η Ανθούλα Ανάσογλου, συνήγορος της οικογένειας των θυμάτων. «Του είχε γίνει και μήνυση για ενδοοικογενειακή βία το 2021 ωστόσο στα πλαίσια του αυτοφώρου δεν είχε συλληφθεί ποτέ. Μέσα μάλιστα στο ακροατήριο στη δίκη, ο αστυνομικός μάρτυρας παραδέχθηκε ότι λίγες μέρες πριν τον αφήσαμε ελεύθερο λέγοντας ‘εντάξει, μωρέ, ζευγάρι ήταν θα τα ξαναέβρισκαν’».
Η Ντόρα Ζαχαριά αγνοούσε το 2021 ότι σε βάρος του τότε συντρόφου της και μετέπειτα δολοφόνου της είχε στο παρελθόν ασκηθεί δίωξη για παράνομη βία και οπλοφορία εξαιτίας περιστατικού στο οποίο είχε απειλήσει πρώην σύντροφό του. Το πλημμέλημα της παράνομης βίας είχε παυθεί λόγω εξάλειψης του αξιόποινου, ενώ του είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης δύο μηνών με τριετή αναστολή για το αδίκημα της παράνομης οπλοφορίας. Άλλη πρώην σύντροφός του θύμα σωματικής βίας, είχε και εκείνη καταθέσει μήνυση σε βάρος του, ωστόσο τα ασφαλιστικά μέτρα δεν εκδικάστηκαν εγκαίρως.
«Αυτήν την καθυστέρηση την πλήρωσε η Ντόρα με τη ζωή της. Χάσαμε το παιδί άδικα…», λέει στο MIIR και την «Εφ.Συν.» η Κατερίνα Κώτη, μητέρα της 31χρονης εκπαιδευτικού που δολοφονήθηκε το 2021.
Από τα διαθέσιμα στοιχεία που συλλέχθηκαν στην Ελλάδα για το 2020 εκτιμάται ότι συγκριτικά με τον αριθμό δραστών ενδοοικογενειακής βίας κατά γυναικών (4436) το ποσοστό διώξεων φτάνει στο 70,6% (3132). Οι καταδίκες αγγίζουν το 20,9% των διώξεων, ενώ το ποσοστό των φυλακίσεων υπολογίζεται στο 13,7% των καταδικαστικών αποφάσεων. Ωστόσο, συγκρίνοντας τον αριθμό των δραστών με εκείνο των ανδρών που φυλακίστηκαν εκτιμάται ότι για κάθε 100 δράστες που καταγράφηκαν το 2020 μόλις 2 -ποσοστό 2% – καταγράφηκε οτι κατέληξαν στη φυλακή.
Αξίζει να αναφερθεί ότι τα απόλυτα νούμερα ενδεχομένως να μην αποτυπώνουν πλήρως την κατάσταση της χρονιάς αναφοράς και πως ενδεχομένως υπάρχουν ανωμαλίες στα δεδομένα. Για παράδειγμα, η καταγραφή ενός δράστη το 2020 δεν σημαίνει οτι το αδίκημα συντελέστηκε το 2020, και αντιστοίχως η φυλάκιση ενός δράστη το 2020 δεν σημαίνει ότι διέπραξε το αδίκημα την ίδια χρονιά. Για αυτόν τον λόγο, τα ποσοστά αυτά αποτελούν μια σχετική εκτίμηση της σχέσης μεταξύ διώξεων και φυλακίσεων δραστών εγκλημάτων βίας κατά γυναικών που καταγράφονται σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και θα πρέπει να ερμηνεύονται ως δείκτης μιας τάσης.
Κατά μέσο όρο μόνο το 3% των ανδρών που διώκονταν για ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα και το 5% στη Σλοβενία κατέληγαν στη φυλακή ετησίως. Αντίθετα, στην Ισπανία, το μέσο ετήσιο ποσοστό των ανδρών που διώχθηκαν για ενδοοικογενειακή βία που κατέληξαν στη φυλακή ήταν 30%, αντίστοιχα.
Η μητέρα της Ντόρας Ζαχαριά συμμετέχει σήμερα συχνά σε εκδηλώσεις κατά των γυναικοκτονιών, μαζί με τις μητέρες άλλων γυναικών που δολοφονήθηκαν πρόσφατα. Μαζί ζητούν επιτακτικά αλλαγές στον τρόπο που η πολιτεία και η κοινωνία αντιμετωπίζουν συνολικά τη βία κατά των γυναικών και τους δράστες της συντροφικής και ενδοοικογενειακής βίας.
Σε μια ιστορική απόφαση το βράδυ της Τετάρτης 22/2, μετά από καθυστερήσεις 6 χρόνων λόγω διαρκών εναντιώσεων διαφόρων κρατών-μελών- το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε την προσχώρηση της Ε.Ε. ως διακρατικής οντότητας στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης μετά και από τη σύμφωνη γνώμη του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου που είχε και στο παρελθόν ζητήσει να συμπεριληφθεί η βία κατά των γυναικών στη λίστα των αναγνωρισμένων εγκλημάτων της ΕΕ. Σε ισχύ από το 2014 -και επικυρωμένη στην Ελλάδα από το 2018- η Σύμβαση αποτελεί το πρώτο νομικά δεσμευτικό διεθνές κείμενο που θέτει κριτήρια για την πρόληψη της έμφυλης βίας στην Ε.Ε. και ενδέχεται να αποτελέσει οδηγό για τις επόμενες πρωτοβουλίες των Βρυξελλών.
Πάντως, στις 25 Νοεμβρίου, διεθνή ημέρα για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ζητήσει από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να υιοθετήσει το συντομότερο δυνατό τη νέα πρόταση Οδηγίας που είχε κατατεθεί τον περασμένο Μάρτιο και αφορά την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. Μεταξύ άλλων η Οδηγία στοχεύει να κατοχυρώσει στη νομοθεσία της ΕΕ ελάχιστα πρότυπα για την ποινικοποίηση ορισμένων μορφών βίας κατά των γυναικών, την προστασία των θυμάτων και τη βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, την υποστήριξη των θυμάτων και τη διασφάλιση του συντονισμού μεταξύ των σχετικών υπηρεσιών και των εργασιών για την πρόληψη.
Προτείνει επίσης να καταστεί επιτέλους υποχρεωτική η συλλογή δεδομένων σε όλη την ΕΕ, καθώς η έκταση της βίας κατά των γυναικών δεν καταγράφεται και δεν μεταδίδεται επαρκώς, ενώ, όπως επισημαίνεται, και τα δεδομένα δεν είναι εύκολα συγκρίσιμα μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Αναφέρει μάλιστα πως η τελευταία σχετική πανευρωπαϊκή έρευνα δημοσιεύθηκε το 2014.
Τα αποτελέσματα της διασυνοριακής έρευνας δεδομένων που υλοποιήθηκε από το MIIR στο πλαίσιο του EDJNet έρχονται να τεκμηριώσουν τα παραπάνω. Χρειάστηκαν 19 συνολικά ευρωπαϊκές δημοσιογραφικές ομάδες να αναζητήσουν επί 4 μήνες επικαιροποιημένα δεδομένα από τις εθνικές αρχές τουλάχιστον 22 κρατών για να αναδείξουν εάν υπήρξε αύξηση των γυναικοκτονιών και έξαρση της βίας κατά των γυναικών την περίοδο της πανδημίας στην Ευρώπη. Κάποιες ομάδες πέτυχαν να βρουν νέα και συγκρίσιμα δεδομένα, άλλες όχι.
Είναι ξεκάθαρο σε κάθε περίπτωση πως χωρίς κοινό ευρωπαϊκό σύστημα καταγραφής της βίας κατά των γυναικών και ενίσχυσης του συστήματος προστασίας των θυμάτων, εφαρμογή των νόμων και επανεξέταση των ποινών για τους θύτες, αλλά και συστηματικής εκπαίδευσης των νέων γύρω από ζητήματα έμφυλης ταυτότητας και σεξουαλικών σχέσεων, η έμφυλη βία θα συνεχίσει να τροφοδοτείται. Ενδεχομένως βέβαια κανείς να μην το μαθαίνει, διότι τα περιστατικά απλά δεν θα καταγράφονται…
Ταυτότητα έρευνας
Η διασυνοριακή έρευνα δεδομένων οργανώθηκε και συντονίστηκε από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR.gr – Mediterranean Institute for Investigative Reporting) στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet – European Data Journalism Network).H ανάλυση & οπτικοποίηση των δεδομένων υλοποιήθηκε από το iMΕdD Lab (incubator for Media Education and Development). Τον έλεγχο ανάλυσης δεδομένων πραγματοποίησε η Κέλλυ Κική (iMΕdD Lab).Στην έρευνα που διεξήχθη από τον Οκτώβριο 2022 ως τον Φεβρουάριο 2023 συμμετείχαν ακόμη 14 μέλη του EDJNet: Deutsche Welle (Γερμανία), Openpolis , OBC Transeuropa (Ιταλία), Civio , El Confidencial (Ισπανία), Divergente (Πορτογαλία), CINS (Σερβία), Pod črto (Σλοβενία), BIQdata/Gazeta Wyborcza , Frontstory.pl (Πολωνία), Deník Referendum (Τσεχία), EUrologus/HVG (Ουγγαρία), PressOne (Ρουμανία), Journalism++ (Σουηδία). Στην έρευνα συνέβαλαν επίσης με δεδομένα οι δημοσιογραφικές ομάδες: Noteworthy (Ιρλανδία), Investigace (Τσεχία) και Atlatszo (Ουγγαρία). Η έρευνα θα δημοσιεύθει σε τρία μέρη στo miir.gr και την ΕφΣυν .