Η αφανής ατζέντα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Οι χώρες-μέλη θα αξιολογούνται συνεχώς για την εκπλήρωση στόχων και μεταρρυθμίσεων προκειμένου να λάβουν τα χρήματα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Η αφανής ατζέντα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Οι χώρες-μέλη θα αξιολογούνται συνεχώς για την εκπλήρωση στόχων και μεταρρυθμίσεων προκειμένου να λάβουν τα χρήματα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Αν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν συμμορφώνονται προς τα συμφωνημένα σχέδια Ανάκαμψης, η κάνουλα των χρημάτων θα κλείσει
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαντά στο MIIR για την κατανομή και τα κριτήρια χρηματοδότησης
Παρεμβάσεις στα εργασιακά και χρηματοδότηση μόνο ώριμων έργων στην ατζέντα των προϋποθέσεων για την εκταμίευση των επιχορηγήσεων και δανείων στην Ελλάδα
Μπορεί οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, να βασίζουν πολλά στην οικονομική βοήθεια των 750 δις του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όμως η εκταμίευση τους δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, ούτε κι εξασφαλισμένη. Κι αυτό γιατί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποβάλλει σε διαρκή αξιολόγηση και εποπτεία την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, με συγκεκριμένους στόχους και ορόσημα ως προϋποθέσεις για την παροχή των επιχορηγήσεων και δανείων του Μηχανισμού. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, η κάνουλα των χρημάτων θα κλείνει…
Ο Μηχανισμός υπήρξε το αποτέλεσμα της πολιτικής συμφωνίας των ηγετών της ΕΕ και του Ευρωκοινοβουλίου, με διακηρυγμένο στόχο να συμβάλουν στην αποκατάσταση των οικονομικών και κοινωνικών ζημιών που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού. Τα κράτη μέλη της ΕΕ οφείλουν να υποβάλουν μέχρι τις 30 Απρίλιου προς έγκριση στην Επιτροπή, τα αναλυτικά εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης με τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που θα χρηματοδοτήσει ο Μηχανισμός.
Ο Μηχανισμός συνιστά το βασικό χρηματοδοτικό εργαλείο του προσωρινού Προγράμματος NextGenerationEU, που ήρθε παράλληλα με την απόφαση για στοχευμένες ενισχύσεις στον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ (Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο) για την περίοδο 2021-2027, συνιστώντας τη μεγαλύτερη δέσμη μέτρων που έχει χρηματοδοτηθεί ποτέ από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, συνολικού ύψους 1,8 τρισ. Ευρώ.
Ειδικότερα, από τα 750 δις του NextGenerationEU, τα οποία θα προέλθουν από δανεισμό από τις αγορές (με κοινή έκδοση ομολόγου χρέους της ΕΕ το οποίο θα αποπληρώνεται ως το 2058), τον μεγάλο όγκο χρημάτων ύψους 672,5 δισ. ευρώ θα τα διαθέσει ο Μηχανισμός με τη μορφή μη επιστρεπτέων επιχορηγήσεων και με τη μορφή δανείων προς τις χώρες μέλη.
Η κατανομή αφορά σε 360 δις δανείων και 312,5 δις επιχορηγήσεων (338 δις σε τρέχουσες τιμές), προκαλώντας σημαντική δυσαρέσκεια σε κράτη με υψηλά ελλείμματα και δημόσιο χρέος, όπως οι “χώρες του Νότου”, που επιθυμούσαν μεγαλύτερα ποσά επιχορηγήσεων και δυσανασχετούν με τη λήψη δανείων τα οποία πρέπει να ξεπληρώσουν απευθείας στην ΕΕ.
Όμως, η δυσαρέσκεια δεν περιορίζεται μόνο στον γενικό καταμερισμό μεταξύ επιχορηγήσεων και δανείων, αλλά και στην προ-κατανομή των χρημάτων τα οποία δύναται να αντλήσει κάθε κράτος-μέλος και τα κριτήρια με τα οποία αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την κατανομή. Κι αυτό, γιατί μπορεί η Ιταλία και η Ισπανία που χτυπήθηκαν πολύ σκληρά ειδικά στο πρώτο κύμα από τον κορονοϊό να κατέχουν τις δύο πρώτες θέσεις στη χρηματοδότηση, ωστόσο, αμέσως μετά ακολουθούν η Γαλλία και η Γερμανία, οι πιο εύρωστες δηλαδή και οικονομικά ισχυρές της ΕΕ.
Υπό την ομπρέλα του NextGenerationEU, πλην του Μηχανισμού, υπάγεται και το νεότευκτο πρόγραμμα «REACT-EU», που συνιστά ουσιαστικά τη συνέχιση των δύο πρώτων Πρωτοβουλιών για την Αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού (CRII, CRII+), ενώ πρόσθετα κονδύλια θα ενταχθούν κι από άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα ή ταμεία, όπως το «Horizon 2020», το InvestEU, Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ).
Και τα παραπάνω χρήματα επιμερίζονται επίσης στις χώρες μέλη, με την Ελλάδα για παράδειγμα να μπορεί να λάβει 1,715 δις από το REACT-EU, 431 εκ ευρώ από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης και 365,3 εκ από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, αγγίζοντας συνολικά μαζί με τη χρηματοδότηση 17,8 δις του Μηχανισμού, τα 20,3 δις ευρώ κονδυλίων (20.311.300.000).
Στο ίδιο πλαίσιο, αθροίζοντας τα ποσά των 4 εργαλείων ανάκαμψης του NextGenerationEU, από το οποίο αντλήσαμε αναλυτικά δεδομένα, η Ιταλία μπορεί να λάβει μέχρι 81,7 δις, η Ισπανία 81,6 δις, η Γαλλία 43,9 δις, η Γερμανία 29,5 δις, η Πολωνία 28,5 δις, η Ρουμανία 17,3 δις κι η Πορτογαλία 16 δις.
Εκτός των παραπάνω, οι χώρες μέλη έχουν επιπλέον πρόσβαση στη δεξαμενή των 360 δις δανείων, με κάθε κράτος-μέλος να δύναται να αντλήσει ποσό μέχρι το 6,8% του Ακαθάριστου Εθνικού του Εισοδήματος (ΑΕΕ/GNI) 2019. Όπως ορίζει η Οδηγία θέσπισης του Μηχανισμού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογράφει δανειακή σύμβαση με την κάθε χώρα μέλος, ενώ δημιουργείται και ειδικός λογαριασμός για την αποπληρωμή του οφειλόμενου κεφαλαίου, των τόκων, κλπ.
Για την Ελλάδα, το μέγιστο ποσό δανεισμού -το οποίο υπολογίσαμε αντλώντας τα στοιχεία από τις βάσεις δεδομένων της EUROSTAT για τον πληθυσμό και το κατακεφαλήν ΑΕΕ 2019 στις 27 χώρες μέλη της ΕΕ (από το 2020), όπως ορίζει η Οδηγία θέσπισης του Μηχανισμού- ανέρχεται σε 15 δισ ευρώ. Με τη σημείωση, όπως ορίζεται πάλι στην Οδηγία, ότι ο δανεισμός κάθε κράτους μέλους δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διαφορά μεταξύ του συνολικού κόστους του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του μέγιστου ποσού επιχορήγησης, που αντιστοιχεί στη χώρα από τον Μηχανισμό.
Η χορήγηση των δανείων προϋποθέτει ακόμη την κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων, τα οποία θα εισφέρουν στην υλοποίηση των επενδύσεων. Για παράδειγμα, στο Σχέδιο Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης, που παρουσίασε ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης στις 31/03, προσδιορίζοντας ότι τελικά η Ελλάδα θα αξιοποιήσει τα 18,1 δις επιχορηγήσεων και 12,7 δις δανείων, αναφέρεται ότι θα πρέπει η χρηματοδότηση των δανείων να διαρθρώνεται ως εξής: μέγιστη χρηματοδότηση 50% από τον Μηχανισμό μέσω των Διεθνών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB), Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), κλπ), 30% από εμπορικές τράπεζες και 20% από ιδία συμμετοχή των ιδιωτών-επενδυτών.
Τέλος, στα παραπάνω ποσά δεν θα πρέπει κανείς να ξεχνά πως οι ευρωπαϊκές χώρες αναμένεται να εισπράξουν χρήματα και από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία. Από τα ΕΣΠΑ το ανώτατο όριο του ποσού που μπορεί να λάβει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια ανέρχεται σε 40,4 δις ευρώ.
Τι απαντά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον τρόπο κατανομής των κονδυλίων
Το MIIR απευθύνθηκε γραπτώς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να ρωτήσει ποια ήταν τελικά τα κριτήρια που οδήγησαν στη συγκεκριμένη κατανομή των κονδυλίων ανά χώρα μέλος, κι αν έλαβε επιπλέον υπόψη της πλην των οικονομικών μεγεθών, παράγοντες, όπως η κατάσταση των Εθνικών Συστημάτων Υγείας σε κάθε χώρα ή η δημοσιονομική τους κατάσταση. Στο ερώτημά μας αυτό, εκπρόσωπος τύπου της Κομισιόν στις 04/03 μας απάντησε το εξής:
«Το κλειδί της κατανομής των επιχορηγήσεων από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όπως συμφωνήθηκε από το σώματα των νομοθετών, είναι το ακόλουθο: Για το 70% του συνολικού ποσού 312,5 δις διαθέσιμου σε επιχορηγήσεις (σε τιμές 2018), ο αλγόριθμος λαμβάνει υπόψη: 1. Τον πληθυσμό του κράτους μέλους, 2) την αντιστροφή του κατακεφαλήν ΑΕΠ κάθε χώρας 3) τον μέσο όρο του δείκτη ανεργίας τα προηγούμενα 5 χρόνια (2015-2019) σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Για το υπόλοιπο 30%, ο δείκτης της ανεργίας, αντικαθίσταται από τις παρατηρούμενες απώλειες στο πραγματικό ΑΕΠ για το 2020, ενώ θα ληφθεί υπόψη και η παρατηρούμενη σωρευτική απώλεια στο πραγματικό ΑΕΠ για την περίοδο 2020-2021.
Η φόρμουλα που χρησιμοποιήθηκε για να κατανεμηθούν οι επιχορηγήσεις είναι σύμφωνη με τη στοχοθεσία του Μηχανισμού: να ενισχύσει την ανθεκτικότητα, να μειώσει τις οικονομικές αποκλίσεις μεταξύ των μελών και ως εκ τούτου να διευκολύνει την ανάκαμψη. Ως αποτέλεσμα, η κατανομή διοχετεύει ένα πολύ μεγάλο μερίδιο των κονδυλίων σε χώρες που έχουν χτυπηθεί σκληρά από την κρίση».
Ωστόσο, μετά το Συμβούλιο της 21ης Ιουλίου 2020-οπότε οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ κατέληξαν μετά από διαπραγματεύσεις σε πολιτική συμφωνία για τη δέσμη των μέτρων του Μηχανισμού- διατυπώθηκαν επικρίσεις σχετικά με την καθιέρωση των ποσοστών 70% και 30%, καθώς δεν περιλαμβανόταν στην αρχική πρόταση της Κομισιόν για τον Μηχανισμό, που είχε καταθέσει στις 27 Μαϊου 2020! Σε ένα εξαιρετικό άρθρο ανάλυσης της κατανομής που δημοσιεύθηκε στο bruegel.org, αποδεικνύεται ότι, ενώ η αρχική πρόταση ευνοούσε τις χώρες με χαμηλότερο εθνικό εισόδημα, εν τούτοις μετά την πολιτική συμφωνία και την εφαρμογή του 30% με την αντικατάσταση του δείκτη ανεργίας από τον δείκτη απωλειών του ΑΕΠ, ευνοήθηκαν οι χώρες με μεγαλύτερο εθνικό εισόδημα. Κι αυτό γιατί πολύ απλά, ο υπολογισμός του δείκτη του ΑΕΠ συναρτάται με το μέγεθος κάθε χώρας, τη στιγμή που ο δείκτης της ανεργίας είναι ανεξάρτητος του μεγέθους κι αντιμετώπιζε ως κριτήριο αυτόν τον σκόπελο, καθιστώντας δικαιότερη την κατανομή.
Διαρκής αξιολόγηση στόχων κι ορόσημων μέχρι το 2026
Η Επιτροπή θα υποβάλλει τα κράτη σε διαρκή αξιολόγηση για την αποδοτικότητα τους στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων/επενδύσεων και το αν επιτυγχάνονται οι συμφωνημένοι στόχοι και τα ορόσημα. Σημαντικό επίσης είναι ότι ο Μηχανισμός θα χρηματοδοτεί μόνο ώριμα έργα (σε προχωρημένο στάδιο έγκρισης μελετών, χωροθέτησης,κλπ), προκειμένου να μπορούν να ολοκληρωθούν στο πλαίσιο της προσωρινής διάρκειας του Μηχανισμού. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι οι στόχοι δεν πληρούνται, η Επιτροπή θα κόβει ολόκληρη ή μέρος της χρηματοδότησης του Μηχανισμού.
Μάλιστα, η αποδοτικότητα και η συνεπακόλουθη εκταμίευση δεν θα αξιολογείται μόνο από την Επιτροπή, καθώς θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα του «βέτο» χώρας-μέλους ή χωρών-μελών, οι οποίες θα μπορούν να μπλοκάρουν τα χρήματα εφόσον κρίνουν ότι υπάρχουν σοβαρές παρεκκλίσεις από την ικανοποιητική εκπλήρωση στόχων κι ορόσημων μιας χώρας μέλους!
Εφοσόν η Επιτροπή παραλάβει τα τελικά σχέδια Ανάκαμψης, κατόπιν πρέπει εντός δύο μηνών να τα εγκρίνει και να συμφωνηθούν οι στόχοι/ορόσημα. Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ακολουθεί εντός μηνός η έγκριση και του Συμβουλίου. Στη συνέχεια θα εγκριθεί και η εμπροσθοβαρής εκταμίευση ποσού ίσου με το 13% της συνολικής χρηματοδότησης κάθε χώρας. Αυτό σημαίνει ότι πρώτες εκταμιεύσεις μπορούν να ξεκινήσουν από τα μέσα του 2021, ενώ εν συνεχεία τα κράτη μπορούν να υποβάλλουν αιτήματα για τη συνέχιση των εκταμιεύσεων δύο φορές τον χρόνο, μέχρι και το 2026. Τα αιτήματα αυτά θα αξιολογούνται πάλι εντός δύο μηνών από την Επιτροπή, κι εφόσον κρίνει μετά από αξιολόγηση ότι οι στόχοι και τα ορόσημα των Σχεδίων υλοποιούνται ικανοποιητικά, μόνο τότε θα εγκρίνει τη συνέχιση εκταμίευσης.
Η επέκταση της τηλεργασίας και των μειωμένων ωραρίων
Τα σχέδια Ανάκαμψης των κρατών για τη λήψη τόσο των επιχορηγήσεων όσο και των δανείων πρέπει να πληρούν κριτήρια που συνδέονται με τους 6 πυλώνες του Μηχανισμού: 1. πράσινη μετάβαση, 2. Ψηφιακός μετασχηματισμός, 3. οικονομική συνοχή, παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, 4. κοινωνική και περιφερειακή συνοχή, 5. υγειονομική, οικονομική, κοινωνική και θεσμική ανθεκτικότητα, 6. πολιτικές για τις νέες γενιές.
Ειδικότερα, τα Σχέδια πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστον 37% της χρηματοδότησης σε επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με κλιματικούς στόχους, καθώς και 20% σε δράσεις που στηρίζουν την ψηφιακή βελτίωση κι αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης και των επιχειρήσεων.
Ωστόσο, εξαιρετικά κρίσιμο και σχετικά αφανές μέχρι στιγμής κριτήριο είναι η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, που συνδέονται με τις ετήσιες εξειδικευμένες συστάσεις του Συμβουλίου προς κάθε χώρα (country-specific recommendations, CSRs), που περιλαμβάνονται στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, για τις οικονομικές και διαρθρωτικές αλλαγές που οφείλουν να υλοποιήσουν στο πλαίσιο των Εθνικών Προγραμμάτων Μεταρρυθμίσεων.
Το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο κρίνεται κομβικό ειδικά για χώρες σε δυσμενή δημοσιονομική και οικονομική θέση (Ιταλία, Ισπανία), όπως φυσικά και για την Ελλάδα που βρίσκεται ήδη υπό ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία, καθώς περιλαμβάνει συστάσεις για διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία και τα δημοσιονομικά. Για παράδειγμα, στις ειδικές συστάσεις προς την Ελλάδα για το 20’-21’, η Επιτροπή προτρέπει σε 4 βασικές ενέργειες για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, την παροχή ρευστότητας στην οικονομία, την ολοκλήρωση των μεταμνημονιακών της δεσμεύσεων και τον μετριασμό των επιπτώσεων της κρίσης στην απασχόληση, ¨μεταξύ άλλων με την εφαρμογή μέτρων όπως τα καθεστώτα μειωμένου ωραρίου εργασίας και με τη διασφάλιση αποτελεσματικής στήριξης της συμμετοχής στον ενεργό εργασιακό βίο”.
Αξίζει να σταθούμε λίγο στη ντιρεκτίβα για τα καθεστώτα μειωμένου ωραρίου, που εφαρμόζει ήδη η ελληνική κυβέρνηση μέσω του Προγραμμάτος ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, το οποίο χρηματοδοτείται με δανεισμό από το πρόγραμμα SURE, καθώς σκιαγραφούν μια ζοφερή συνθήκη για μέλλον της εργασίας στην Ελλάδα, με φόντο και το νομοσχεδίο για τα εργασιακά που αναμένεται να καταθέσει η ελληνική κυβέρνηση για την αύξηση του χρόνου ημερήσιας εργασίας (10ωρο), τις απλήρωτες υπερωρίες, την τηλεργασία, τις αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, κλπ.
Όπως αναφέρεται στο κείμενο των συστάσεων, η Ελλάδα έχει ήδη θεσπίσει προσωρινό σύστημα που μειώνει το κόστος εργασίας για επιχειρήσεις, «ωστόσο, η εφαρμογή ολοκληρωμένου συστήματος μειωμένου ωραρίου εργασίας θα αποτελέσει μια πιο βιώσιμη και ευέλικτη λύση και οι αρχές έχουν λάβει μέτρα προς αυτήν την κατεύθυνση». Την ίδια στιγμή, «η επέκταση ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας, όπως η τηλεργασία, που στην Ελλάδα ήταν μέχρι τώρα περιορισμένες σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη, θα συμβάλει επίσης στη διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας και των θέσεων εργασίας κατά τη διάρκεια του περιορισμού και της κοινωνικής αποστασιοποίησης».
Το MIIR απέστειλε ερώτημα στην Κομισιόν σε ποιο βαθμό η διεύρυνση του καθεστώτος μειωμένων και ευέλικτων ωραρίων συνδέεται ως κριτήριο με την εκταμίευση των χρημάτων του Μηχανισμού στην Ελλάδα. Εκπρόσωπος τύπου της Κομισιόν απέφυγε να συνδέσει άμεσα το συγκεκριμένο κριτήριο-αν και κεντρικό στις ειδικές συστάσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου- με τον Μηχανισμό απαντώντας ότι «η επιτροπή θα αξιολογήσει τα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας βασιζόμενη σε 11 διαφανή κριτήρια, που περιλαμβάνονται στη σχετική Οδηγία για τον Μηχανισμό. Ειδικότερα, η αξιολόγηση της Κομισιόν θα λάβει υπόψη της το κατά πόσο τα Σχέδια:
-αντανακλούν μια ισορροπημένη απάντηση στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας μέλους, καλύπτοντας επαρκώς και τους 6 πυλώνες του Μηχανισμού
-συνεισφέρουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των ζητημάτων, που θέτει η ανά χώρα εξειδικευμένη έκθεση συστάσεων
-περιέχουν μέτρα που αποτελεσματικά συνεισφέρουν στον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό
-συνεισφέρουν στην ενδυνάμωση της ανάπτυξης μελλοντικά, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την οικονομική, θεσμική και κοινωνική ανθεκτικότητα του κράτους μέλους
-δεν βλάπτουν σημαντικά τους περιβαλλοντικούς στόχους
Ειδικότερα, όσον αφορά το καθεστώς μειωμένου ωραρίου στην εργασία, υπάρχουν άλλα εργαλεία που η Ελλάδα μπορεί να χρησιμοποιήσει και χρησιμοποιεί ήδη γι’αυτό τον σκοπό. Το πρόγραμμα SURE, για παράδειγμα, βοηθά την Ελλάδα να καλύψει το κόστος του προγράμματος μειωμένων ωραρίων και άλλων παρόμοιων μέτρων, που εφαρμόζει στο πλαίσιο αντιμετώπισης της πανδημίας. Όταν όλες οι εκταμιεύσεις του SURE ολοκληρωθούν (σ.σ. η ελληνική κυβέρνηση έλαβε ήδη για το 2021 728 εκ ευρώ), η Ελλάδα θα έχει λάβει συνολικά 2,7 δις σε δάνεια»
Αξίζει να σημειώσουμε πως στο συνοπτικό Σχέδιο Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης 67 σελίδων, που παρουσίασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, οι παρεμβάσεις στα εργασιακά παρουσιάζονται μόνο σε τίτλους ως άξονες της «μεταρρύθμισης του εργασιακού νόμου». Ειδικότερα, αναφέρεται «ο εκσυγχρονισμός συλλογικού εργατικού και συνδικαλιστικού δικαίου» και η «Προσαρμογή στην τηλεργασία», χωρίς ειδικότερη αναφορά στο καθεστώς μειωμένων ωραρίων.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, στο αναλυτικότερο κείμενο με τις Στρατηγικές Κατευθύνσεις για το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η διεύρυνση του καθεστώτος μειωμένων κι ευέλικτων ωραρίων, η τηλεργασία αλλά και οι παρεμβάσεις στο συνταξιοδοτικό αναλύονται ως στοχοθεσία-ορόσημο.
Συγκεκριμένα στον πυλώνα «Απασχόληση, δεξιότητες, κοινωνική συνοχή» στον άξονα 3.1 «Αύξηση των θέσεων εργασίας και προώθηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας», περιγράφεται ως στόχος: «Επιπλέον, μέσω του βραχυπρόθεσμου προγράμματος εργασίας Συν-εργασία και μεταρρυθμίσεων που προωθούν ευέλικτες εργασιακές ρυθμίσεις, όπως η τηλεργασία, ο άξονας μετριάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19 στην αγορά εργασίας και στα εισοδήματα» (σελ 37).
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται επίσης στις ειδικές για την Ελλάδα συστάσεις για “την εφαρμογή μέτρων όπως τα συστήματα μειωμένου ωραρίου εργασίας (short-time work schemes, ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ)” (σελ 27).
Να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με το πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2020 και ίσχυει μέχρι σήμερα, οι επιχειρήσεις μπορούν να μειώσουν μονομερώς έως και 50 % τις ώρες κατά τις οποίες απασχολούν τους εργαζόμενούς του. Ο εργοδότης καλείται να πληρώσει μόνο το μισό μισθό του εργαζόμενου, και ο τελευταίος θα λάβει από το κράτος το 60% από το μισό των καθαρών αποδοχών του, που έχασε. Το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτικές και οι εισφορές εργαζομένων), που αντιστοιχούν στον χρόνο, κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται, καταβάλλεται επίσης από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Τέλος, ο ίδιος άξονας (3.1) περιλαμβάνει επίσης «τη μεταρρύθμιση του ισχύοντος επικουρικού συνταξιοδοτικού συστήματος και συγκεκριμένα τη μετάβαση από ένα μη κεφαλαιοποιητικό σύστημα μικτών προκαθορισμένων παροχών και νοητά καθορισμένων εισφορών σε ένα πλήρως κεφαλαιοποιητικό σύστημα πληρωμών παρακράτησης στην πηγή “pay-as-you-earn”.
Όπως προκύπτει λοιπόν από την ενδελεχή έρευνά μας για τον Μηχανισμό, μπορεί τα εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης να επιδιώκουν την «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων από την πλευρά των ευρωπαϊκών κρατών, όμως η σύνδεση με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο κι η οριοθέτηση στόχων και οροσήμων που θα κρίνουν και την εξέλιξη της χρηματοδότησης συνιστά μεγάλη πρόκληση για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ειδικά μέσα σε τόσο στενό δεσμευτικό χρόνο υλοποίησης, που ορίζεται από την προσωρινή διάρκεια του Μηχανισμού. Την ίδια στιγμή, οι προωθούμενες μεταρρυθμίσεις κρύβουν κινδύνους για τα εργασιακά δικαιώματα, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, ενώ ο δανεισμός των κρατών, όπως και οι επιχορηγήσεις, θα επηρεάσουν τα νούμερα των εθνικών προϋπολογισμών και τα δημοσιονομικά ελλείμματα, γεγονός που δημιουργεί μεγάλη ανησυχία ειδικά όταν επανέλθουν οι κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΕΕ, που είναι σήμερα σε αναστολή λόγω πανδημίας. Αν δεν υπάρξει έγκαιρα μέριμνα για τον παραπάνω κίνδυνο, ίσως η ανάκαμψη που επιζητά η ΕΕ να μη γίνει εφικτή…